Anats S.A. Logo
Blog archive

Θρεπτική αξία και ενδείξεις χορήγησης βρεφικού γάλακτος

Θρεπτική αξία και ενδείξεις χορήγησης βρεφικού γάλακτος

Αναμφίβολα, το μητρικό γάλα θεωρείται η καταλληλότερη τροφή για το βρέφος, καθώς προσφέρει θρεπτικά συστατικά στην ιδανική αναλογία, εμφανίζει αντιβακτηριακές ιδιότητες και ενισχύει το δεσμό μητέρας – παιδιού. Το μητρικό γάλα δεν αποτελεί απλά ένα συνδυασμό θρεπτικών συστατικών, αλλά ένα ζωντανό διάλυμα με πλήθος κυττάρων, αντισωμάτων, αυξητικών παραγόντων και άλλων βιολογικά ενεργών ουσιών τα οποία συμβάλλουν στην σωστή ανάπτυξη του βρέφους.

Πότε πρέπει να χορηγείται το τεχνητό βρεφικό γάλα;

Όταν ο θηλασμός δεν είναι επαρκής ή εφικτός, η σίτιση των βρεφών πρέπει να γίνεται αποκλειστικά με τροποποιημένο γάλα του εμπορίου ή με ειδικό θεραπευτικό γάλα, εφόσον υπάρχει κλινική ένδειξη χορήγησής του. Το φρέσκο γάλα αγελάδας δεν είναι το κατάλληλο γάλα για κατανάλωση πριν τους 12 μήνες ζωής, καθώς το πεπτικό σύστημα και η νεφρική λειτουργία του μωρού δεν έχουν ωριμάσει αρκετά.

Ποια είναι τα βασικά συστατικά του τεχνητού βρεφικού γάλακτος;

Το τεχνητό βρεφικό γάλα προέρχεται από γάλα αγελάδας το οποίο έχει υποστεί επεξεργασία και περιέχει θρεπτικά συστατικά σε επίπεδα που προσομοιάζουν με εκείνα του μητρικού γάλακτος, όπως:

  • Λακτόζη
  • Πρωτεΐνη ορού (ορολευκωματίνη) & Καζεΐνη σε ποσοστά που ποικίλλουν
  • Απαραίτητα αμινοξέα
  • Απαραίτητα λιπαρά οξέα
  • Βιταμίνες
  • Μέταλλα (π.χ. ενίσχυση με σίδηρο) και Ιχνοστοιχεία

Στην πλειονότητά τους, τα βρεφικά γάλατα της αγοράς δεν φαίνεται να διαφέρουν σημαντικά ως προς τη σύστασή τους και τηρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές που καθορίζονται από διεθνείς οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Παιδικής Γαστρεντερολογίας, Ηπαταλογίας και Διατροφής (ESPGHAN) και η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA).

Χρειάζεται ο εμπλουτισμός με επιπρόσθετα συστατικά;

Τα τελευταία χρόνια, κάποια γάλατα της κατηγορίας εμπλουτίζονται με EPA (ω-3 λιπαρό οξύ), ARA (ω-6 λιπαρό οξύ), ολιγοσακχαρίτες, προβιοτικά, συμβιωτικά, ταυρίνη, νουκλεοτίδια και β-παλμιτικό οξύ, ωστόσο η προσθήκη τους δεν θεωρείται απαραίτητη σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA, 2014). Επιπλέον, το γάλα 3ης βρεφικης ηλικίας δεν χρειάζεται να εμπλουτίζεται με L-Καρνιτίνη, ινοσιτόλη και χολίνη.

Τι ισχύει για την πρωτεΐνη;

Μία από τις κύριες κατευθύνσεις της EFSA (2014) ήταν να μειωθεί ή πρωτεΐνη σε 1,8 – 2,5gr/100kcal στα γάλατα 1ης, 2ης και 3ης βρεφικής ηλικίας. Η νέα αυτή σύσταση προήλθε από την παρατήρηση ότι τα βρέφη που σιτίζονταν με γάλα υψηλό σε πρωτεΐνη, έπαιρναν απότομα βάρος τους πρώτες 4-6 μήνες ζωής σε σύγκριση με εκείνα που θήλαζαν.

Τα τελευταία χρόνια, αρκετές εταιρίες βρεφικού γαλάκτος προχωρούν σε σταδιακή μείωση της πρωτεΐνης σε συγκεντρώσεις που προσεγγίζουν εκείνες του μητρικού γάλακτος (κοντά στο 1gr), στο πλαίσιο πρόληψης της παιδικής παχυσαρκίας

Ποια αναλογία πρωτεΐνης ορού και καζεΐνης θεωρείται ιδανική;

Δεν υπάρχουν επίσημες συστάσεις όσον αφορά την αναλογία πρωτεΐνης ορού και καζεΐνης στο βρεφικό γάλα. Έχει παρατηρηθεί, ότι τους πρώτους μήνες  του θηλασμού, το μητρικό γάλα περιέχει πρωτεΐνη ορού/καζεΐνη σε ποσοστά 20/80. Μετά τους 6 μήνες και καθώς το μητρικό γάλα ωριμάζει, η αναλογία αυτή προσεγγίζει το 50/50. Η πλειονότητα των γαλάτων 1ης βρεφικής ηλικίας περιέχει πρωτεΐνη ορού/καζεΐνη σε ποσοστά 60/40, ενώ τα γάλατα 2ης βρεφικής περιέχουν αναλογία 50/50 ή 20/80.

Γιατί η ωσμωτικότητα πρέπει να είναι χαμηλή;

Τα βρεφικά γάλατα με υψηλές συγκεντρώσεις συστατικών (π.χ. πρωτεΐνη, αμινοξέα, λακτόζη) έχουν και αυξημένη ωσμωτικότητα, με αποτέλεσμα τα συστατικά να να απορροφούνται ατελώς από το έντερο και να έλκουν νερό, προκαλώντας «ωσμωτική διάρροια».

osmotiki diarroia

Η ωσμωτική διάρροια θεωρείται επικίνδυνη για την υγεία του βρέφους καθώς μπορεί να οδηγήσει σε αφυδάτωση και ενδεχομένως, σε νοσηλεία.

Σύμφωνα με τις οδηγίες της ESPGHAN, η ωσμωτικότητα των βρεφικών γαλάτων θα πρέπει να είναι μικρότερη από 400mOsm/L. Κάποια γάλατα της αγοράς έχουν ακόμα χαμηλότερη ωσμωτικότητα, κοντά στα 200mOsm/L.

Είναι απαραίτητο το γάλα 3ης βρεφικής ηλικίας;

Με βάση τις οδηγίες της EFSA (2014), το γάλα 3ης βρεφικής ηλικίας, δεν θεωρείται απαραίτητο για την κάλυψη διατροφικών αναγκών των μικρών παιδιών σε σύγκριση με άλλα τρόφιμα τα οποία μπορούν να συμπεριληφθούν στη συνήθη διατροφή τους. Από την άλλη πλευρά, το γάλα αυτό θεωρείται ιδιαίτερα χρήσιμο σε ορισμένες ομάδες παιδιών με προβλήματα σίτισης ή ανάπτυξης και αποτελεί έναν από τους τρόπους αύξησης της πρόσληψης θρεπτικών ουσιών.

Γάλα αγελάδας ή κατσίκας;

Σε γενικές γραμμές, η διατροφική αξία του τροποποιημένου κατσικίσιου βρεφικού γάλακτος δεν διαφέρει σημαντικά από εκείνη του αγελαδινού. Ωστόσο, το γάλα κατσίκας έχει χαμηλότερη περιεκτικότητα σε αs1-καζεΐνη και β-λακτογλοβουλίνη (αλλεργιογόνες πρωτεΐνες) σε σύγκριση με το γάλα αγελάδας.

Σχετικά πρόσφατη μελέτη έδειξε ότι τα βρέφη που σιτίζονται με τροποποιημένο βρεφικό γάλα κατσίκας έχουν παρόμοια ανάπτυξη συγκριτικά με εκείνα που τρέφονται με τροποποιημένο γάλα αγελάδας, αλλά και με εκείνα που θηλάζουν

Σύμφωνα με την EFSA (2012), το βρεφικό γάλα κατσίκας θεωρείται ασφαλές, αρκεί να τηρούνται οι οδηγίες σχετικά με την τροποποίηση της πρωτεΐνης και αν χρειάζεται, να γίνεται εμπλουτισμός με τα απαραίτητα αμινοξέα. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι το γάλα αυτό δεν είναι υποαλλεργικό και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της αλλεργίας στο γάλα αγελάδας.

Γάλα συμβατικό ή βιολογικό;

Το βιολογικό βρεφικό γάλα προέρχεται από αγελάδες (ή κατσίκες), οι οποίες ζουν σε υπαίθριους χώρους και εκτρέφονται με χορτάρι ή βιολογικές ζωοτροφές, με αποτέλεσμα να μην επιβαρύνονται με φυτοφάρμακα, χημικά λιπάσματα και αντιβιοτικά. Πρόσφατη μάλιστα μετά-ανάλυση που δημοσιεύθηκε σε έγκριτο επιστημονικό περιοδικό, έδειξε το γάλα βιολογικής παραγωγής είναι πιο πλούσιο σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, τοκοφερόλες (βιταμίνη Ε) και σίδηρο σε σχέση με το συμβατικό. Τα νεότερα βιολογικά βρεφικά γάλατα φαίνεται να έχουν ακόμα πιο βελτιωμένη σύνθεση, προσαρμοσμένη στις σύγχρονες οδηγίες των διεθνών οργανισμών (π.χ. χαμηλότερη πρωτεΐνη).

Υπάρχουν οφέλη από την κατανάλωση βιολογικού γάλακτος;

Μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 2008 στην Ολλανδία σε δέιγμα 2700 μητέρων και βρεφών, έδειξε ότι η κατανάλωση βιολογικού γάλακτος και των προϊόντων του κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της βρεφικής ηλικίας σχετίζεται με 36% μικρότερο κίνδυνο εκδήλωσης ατοπίας στα πρώτα 2 χρόνια ζωής. Η ευεργετική αυτή επίδραση αποδόθηκε εν μέρει στην υψηλότερη περιεκτικότητά του βιολογικού γάλακτος σε ω-3 λιπαρά οξέα.

Το δεύτερο αναγνωρισμένο όφελος είναι η αισθητή μείωση των ανθεκτικών σε αντιβιοτικά βακτηρίων, γεγονός που οφείλεται στην πλήρη αποφυγή προληπτικής χρήσης αντιβιοτικών. Έρευνες εκτιμούν ότι τα βιολογικά προϊόντα έχουν πάνω από 30% μικρότερη πιθανότητα να περιέχουν ανθεκτικά βακτήρια.

Να δώσω βρεφικό γάλα σόγιας στο παιδί μου;

Το γάλα σόγιας δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στη χώρα μας. Συνήθως δίνεται σε βρέφη χορτοφαγικών οικογενειών ή σε βρέφη με αλλεργία στο γάλα της αγελάδας. Ωστόσο, εκτιμάται ότι τα βρέφη με αλλεργία στην πρωτεΐνη του αγελαδινού γάλακτος εμφανίζουν αλλεργία και στην πρωτεΐνη της σόγιας σε ποσοστό 10-70%. Το γάλα αυτό δεν περιέχει λακτόζη και είναι εμπλουτισμένο με μεγαλύτερες ποσότητες βιταμινών, μετάλλων και ιχνοστοιχείων, λόγω της δέσμευσής τους από τη φυτική πρωτεΐνη της σόγιας. Θεωρείται ασφαλές για χορήγηση σε περιστατικά βρεφών που πάσχουν από γαλακτοζαιμία (σπάνια γενετική διαταραχή) ή σε περιπτώσεις ανεπάρκειας της λακτάσης (δυσανεξία στη λακτόζη).

Που απευθύνονται τα ειδικά θεραπευτικά γάλατα;

Πρόκειται για μια σειρά από γάλατα τα οποία είναι σχεδιασμένα για να καλύπτουν τις ειδικές διατροφικές ανάγκες των πασχόντων βρεφών, ωστόσο η χρήση τους πρέπει να γίνεται υπό ιατρική επίβλεψη. Τα πιο γνωστά από αυτά περιλαμβάνουν:

Γάλα χωρίς λακτόζη

Το γάλα αυτό προορίζεται για βρέφη με ανεπάρκεια λακτάσης, του ενζύμου εκείνου που είναι απαραίτητο για την πέψη της λακτόζης (το βασικό σάκχαρο του γάλακτος). Αντί για λακτόζη περιέχει μαλτοδεξτρίνες, σακχαρόζη και άμυλο καλαμποκιού. Η λοιπή του σύσταση είναι όμοια με εκείνη των γαλάτων 1ης και 2ης βρεφικής ηλικίας. Συνήθως έχει χαμηλή ωσμωτικότητα ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο διάρροιας. Σύμφωνα με τις κατευθύνσεις τις ESPGHAN (2014), η παρουσία προβιοτικών και συγκεκριμένα των στελεχών L rhamnosus GG και S boulardii μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στη μείωση της διάρκειας της διάρροιας οφειλόμενη σε οξεία γαστρεντερίτιδα. Εντούτοις, η χρήση του γάλακτος χωρίς λακτόζη για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη απορρόφηση του ασβεστίου.

Γάλα αντιαναγωγικό

Ενδείκνυται για βρέφη με γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ) η οποία εκδηλώνεται με πολλαπλούς εμέτους και απώλεια ή στασιμότητα του σωματικού βάρους. Μέρος της λακτόζης έχει αντικατασταθεί με άμυλο καλαμποκιού ή χαρουπάλευρο, τα οποία δρουν ως παράγοντες πύκνωσης, μειώνοντας έτσι τις αναγωγές. Επιπλέον, η παρουσία καζεΐνης δημιουργεί ένα παχύρευστο πήγμα στο στομάχι, αποτρέποντας τη διαφυγή του γάλακτος προς τον οισοφάγο. Κάποια γάλατα περιέχουν και τριγλυκερίδια μακράς αλυσίδας  (MCTs) τα οποία προάγουν τη γαστρική κένωση. Το γάλα αυτό δεν είναι απαραίτητο για το βρέφος με ήπιες αναγωγές (γουλιές) αλλά με ικανοποιητική ανάπτυξη (‘χαρούμενος εμετάκιας’). Ωστόσο, η σοβαρή ΓΟΠ ενδεχομένως να χρήζει περαιτέρω διερεύνησης λόγω της συσχέτισής της με αλλεργία στο γάλα της αγελάδας.

Ποιο είναι το χαρακτηριστικό των υποαλλεργικών γαλάτων;

Η πρωτεΐνη του υποαλλεργικού γάλακτος έχει υποστεί εκτεταμένη ή πλήρη υδρόλυση, έχει δηλαδή διασπαστεί σε απλούστερα συστατικά όπως πεπτίδια και αμινοξέα, ώστε αυτά να μην εντοπίζονται ως αλλεργιογόνα από το ανοσοποιητικό σύστημα του βρέφους. Η αντιγονικότητα του γάλακτος εξαρτάται από το μοριακό βάρος (MB) των πεπτιδίων. Τα μερικώς υδρολυμένα γάλατα συνήθως περιέχουν πεπτίδια με ΜΒ>4000Dalton, ενώ τα εκτεταμένης υδρόλυσης έχουν ΜΒ <1200Dalton. Με λίγα λόγια, όσο πιο εκτεταμένη η υδρόλυση, τόσο λιγότερο αλλεργιογόνο είναι το γάλα.

proteini peptidio

Γάλα για την πρόληψη της αλλεργίας

Το συγκεκριμένο γάλα περιέχει μερικώς υδρολυμένη πρωτεΐνη. Έχει σχεδιαστεί για την πρόληψη της αλλεργίας σε βρέφη υψηλού κινδύνου (ιστορικό αλλεργιών στην οικογένεια) και πρέπει να χορηγείται αμέσως μετά τον τοκετό. Το γάλα αυτό δεν χάνει την αλλεργιογόνο δράση του, λόγω της συχνής ανεύρεσης μικροποσοτήτων άθικτης πρωτεΐνης,.

Γάλα για την αντιμετώπιση της αλλεργίας

Είναι το κατάλληλο γάλα για βρέφη με αλλεργία στο γάλα της αγελάδας. Η πρωτεΐνη του έχει υποστεί εκτεταμένη υδρόλυση και συνήθως δεν περιέχει λακτόζη. Η πλειονότητα των υποαλλεργικών γαλάτων περιέχει υδρολυμένη πρωτεΐνη ορού. Ωστόσο, κάποια γάλατα περιέχουν υδρολυμένη καζεΐνη, η οποία συμβάλλει και στη μείωση των αναγωγών.

Τι γίνεται στην περίπτωση βαριάς αλλεργίας;

Εάν το βρέφος δεν ανταποκριθεί στο γάλα εκτεταμένης υδρόλυσης, ο παιδίατρος χορηγεί στοιχειακό γάλα. Πρόκειται για γάλα του οποίου η πρωτεΐνη έχει υδρολυθεί πλήρως σε 100% ελεύθερα αμινοξέα (χαμηλή αντιγονικότητα).

Η παρουσία τριγλυκεριδίων μακράς αλυσίδας (MCTs) βοηθά στην αποκατάσταση του εντερικού βλεννογόνου (π.χ. αλλεργία που εκδηλώνεται με εντεροπάθεια) και προσφέρει αντιφλεγμονώδη δράση. Επιπλέον, το στοιχειακό γάλα έχει αποβεί ιδιαίτερα χρήσιμο σε περιστατικά βρεφών με νόσο Crohn και σύνδρομο βραχέος εντέρου.

Ωστόσο, η δυσάρεστη γεύση και η ανεπάρκεια ασβεστίου με την παρατεταμένη χρήση, αποτελούν τα συχνότερα προβλήματα του εν λόγω γάλακτος.

Γάλα για πρόωρα και λιποβαρή νεογνά

Το γάλα για πρόωρα νεογνά περιλαμβάνει δύο κατηγορίες:

  • Γάλα ‘Premature’ το οποίο χορηγείται εντός της νεογνολογικής μονάδας, και
  • Γάλα ‘Post-discharge’, ή αλλιώς γάλα έξόδου’ από το μαιευτήριο.

Τα γάλατα αυτά είναι αυξημένα σε θερμίδες, πρωτεΐνες, βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία, ώστε να καλύψουν τις υψηλότερες διατροφικές ανάγκες του πρόωρου νεογνού. Τα γάλατα Premature περιέχουν αυξημένα επίπεδα νατρίου, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο υπονατριαιμίας λόγω της ανώριμης νεφρικής λειτουργίας του πρόωρου νεογνού. Ακόμη, κάποια γάλατα είναι εμπλουτισμένα με συμβιωτικά (προβιοτικά και πρεβιοτικά) για την ενίσχυση της εντερικής χλωρίδας.

Η προσθήκη συμβιωτικών, φαίνεται να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης νεκρωτικής εντεροκολίτιδας, μιας σοβαρής νόσου η οποία συνήθως προσβάλλει το γαστρεντερικό σύστημα των πρόωρων νεογνών.

Τι είναι τα σκευάσματα ενισχυτών μητρικού γάλακτος (Human Milk Fortifiers);

Πρόκειται για σκευάσματα τα οποία προστίθενται στο μητρικό γάλα με στόχο να καλυφθούν οι ιδιαίτερες διατροφικές ανάγκες  του πρόωρου νεογνού. Απευθύνονται σε νεογνά με πολύ χαμηλό βάρος γέννησης (<1500gr) ή εξαιρετικά χαμηλό βάρος γέννησης (<1000gr). Η σύνθεση του μητρικού γάλακτος παρουσιάζει μεγάλη μεταβλητότητα και τα επίπεδα πρωτεΐνης και μετάλλων δεν είναι αρκετά για να υποστηρίξουν τον ταχύ ρυθμό ανάπτυξης του πρόωρου βρέφους. Τα σκευάσματα ενισχυτών μητρικού γάλακτος περιέχουν επαρκείς ποσότητες πρωτεΐνης, υδατανθράκων, ασβέστιο, φώσφορο, βιταμίνες, ηλεκτρολύτες και τριγλυκερίδια μακράς αλυσίδας (MCTs). Ιδανικός εμπλουτισμός θεωρείται ο εξατομικευμένος εμπλουτισμός, αφού προηγουμένως έχει αναλυθεί η σύσταση του μητρικού γάλακτος.

Σύμφωνα με μελέτες, ο εμπλουτισμός του μητρικού γάλακτος σχετίζεται με καλύτερο ρυθμό ανάπτυξης, συμβάλλει στην ομαλή οστική επιμετάλλωση και ενισχύει τη νευρική λειτουργία.

Γάλα για τους κολικούς

Περιέχει μειωμένο ποσοστό λακτόζης. Μερικά γάλατα της κατηγορίας περιέχουν χαρουπάλευρο, το οποίο αυξάνει την περισταλτικότητα του εντέρου, ανακουφίζοντας έτσι το βρέφος από τους κολικούς. Κυριαρχεί η εύπεπτη (υδρολυμένη) πρωτεΐνη ορού, καθώς οι κολικοί μπορεί να σχετίζονται με αλλεργία στην πρωτεΐνη του αγελαδινού γάλακτος.

Γάλα για τη δυσκοιλιότητα

Συνήθως περιέχει χαρουπάλευρο και αυξημένα επίπεδα λακτόζης και μαγνησίου, με στόχο την αύξηση του όγκου των κοπράνων και την κινητικότητα του εντέρου. Κάποια γάλατα της κατηγορίας περιέχουν και συμβιωτικά, ωστόσο η ESPGHAN (2014) δεν συστήνει τη χορήγησή τους για την αντιμετώπιση της παιδικής δυσκοιλιότητας.

Συμπερασματικά

Όταν ο μητρικός θηλασμός δεν είναι εφικτός, το βρέφος θα πρέπει να διατρέφεται αποκλειστικά με τροποποιημένο γάλα αγελάδας (ή κατσίκας). Τα θεραπευτικά γάλατα έχουν σχεδιαστεί για να καλύπτουν ειδικές ανάγκες, εφόσον υπάρχει τεκμηριωμένη κλινική ένδειξη χορήγησής τους. Η τελική επιλογή του βρεφικού γάλακτος καθορίζεται σε συνεργασία με τον παιδίατρο και τον εξειδικευμένο διαιτολόγο, οι οποίοι παρακολουθούν την ανάπτυξη και τη συνολική κατάσταση υγείας του μωρού, συνεκτιμώντας το βάρος, το ύψος, την ύπαρξη/ή μη αλλεργίας και τα πιθανά πεπτικά ενοχλήματα. Σε κάθε περίπτωση, η συχνή εναλλαγή γαλάτων θα πρέπει να αποφεύγεται καθώς αυξάνεται η πιθανότητα παρενεργειών.

Τέλος, το κύριο μήνυμα που προκύπτει από τις σύγχρονες συστάσεις των διεθνών οργανισμών είναι ότι το βρεφικό γάλα δεν θα πρέπει να επιβαρύνει το μεταβολισμό του βρέφους με συστατικά που δεν χρειάζονται.

πηγή:mednutrition.gr

Leave your comment